Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2019


ΠΡΟΣ
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
(άρθρο 2 του Ν. 3068/2002)
ΑΙΤΗΣΗ

Α1.
Επωνυμία νοσοκομείου ……………………………………………………….
Ονοματεπώνυμο                                            Πατρώνυμο                            ΑΦΜ
1)
2)
3)
4)
5)
(…)
Α2.
Επωνυμία νοσοκομείου ……………………………………………………….
Ονοματεπώνυμο                                            Πατρώνυμο                            ΑΦΜ
1)
2)
3)
4)
5) (…)
(…)
Β1.
Της δευτεροβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης με την επωνυμία «ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΝΩΣΕΩΝ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΩΝ ΓΙΑΤΡΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ» (ΟΕΝΓΕ), με ΑΦΜ: 999753471, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Λαμίας αρ. 2 ΤΚ 11523) κι’ εκπροσωπείται νόμιμα
Β2.
Της ΕΝΩΣΗΣ με την επωνυμία «…………………………………………………..», με ΑΦΜ ………………. που εδρεύει ……………………………………….. κι’ εκπροσωπείται νόμιμα
_____________________


Α) 1. Όλοι εμείς, οι υπό Α1. και Α2., είμαστε ιατροί κλάδου Ε.Σ.Υ. Ύστερα από προκήρυξη επιλεχθήκαμε από το αρμόδιο Συμβούλιο και διοριστήκαμε στις οικείες θέσεις του ν.π.δ.δ. ……………………………………………., στο οποίο συνεχίζουμε να υπηρετούμε.
2. Η υπό Β1. είμαι η δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των ιατρών κλάδου Ε.Σ.Υ. Μέλη μου είναι τα σωματεία (οι ενώσεις – Β2.), μέλη των οποίων είναι οι ιατροί κλάδου Ε.Σ.Υ, που υπηρετούν στα νοσοκομεία ΕΣΥ της χώρας, και η υπό Β2. η πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση μέλη της οποίας είμαστε η υπό Α1. και Α2.

Β) 1. Καθοριστική μείωση των αποδοχών μας επιβλήθηκε με την ψήφιση και εφαρμογή της περίπτωσης 27 της υποπαραγράφου Γ1, της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α’ 222) και της οικ.2/83408/0011/14.11.2012 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β 3017).
2. Τέσσερις συνάδελφοί μας από το ν.π.δ.δ. Γενικό Νοσοκομείο «Ο Ευαγγελισμός – Οφθαλμιατρείο Αθηνών – Πολυκλινική» προσέφυγαν στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, βάλλοντας κατά των μισθοδοτικών καταστάσεων τους («βεβαιώσεων αποδοχών»). Υποστήριξαν ότι η διάταξη της περίπτωσης 27 της υποπαραγράφου Γ1, της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 και η Υ.Α. οικ.2/83408/0011/14.11.2012 είναι αντισυνταγματικές. Η προσφυγή προκάλεσε την ενεργοποίηση της διαδικασίας «πρότυπης δίκης» ή «πιλοτικής», την οποία προβλέπει και ρυθμίζει το άρθρο 1 του Ν. 3900/2010. Το αποτέλεσμα ήταν να κρίνει η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την 431/2018 απόφασή της, ότι οι επίμαχες διατάξεις είναι αντισυνταγματικές κι’ έτσι η μείωση των αποδοχών των ιατρών κλάδου Ε.Σ.Υ. μη νόμιμη. Δέχτηκε, συγκεκριμένα η Ολομέλεια του ΣτΕ, με την απόφασή της:
α. « (...)  Εν όψει τούτων, οι κρίσιμες διατάξεις της περιπτ. 27 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες θεσπίσθηκαν οι επίδικες μειώσεις των αποδοχών των ιατρών του Ε.Σ.Υ., καθώς και οι διατάξεις της αποφάσεως οικ. 2/83408/022/14.11.2012 του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, με τις οποίες οι μειώσεις αυτές επιβλήθηκαν αναδρομικώς από 1.8.2012, αντίκεινται στο άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος και την απορρέουσα από αυτό αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχειρίσεώς των ιατρών του Ε.Σ.Υ., καθώς και προς τις αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη (βλ. Ελ. Συν. 7412/2015 Ολομ.).» Σκέψη 17.
β. «Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η διάγνωση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων της περιπτώσεως 27 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι αποδοχές των ιατρών του Ε.Σ.Υ., και των διατάξεων της αποφάσεως οικ. 2/83408/022/14.11.2012 του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, με τις οποίες οι μειώσεις αυτές επιβλήθηκαν αναδρομικά από 1.8.2012, θα συνεπήγετο υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφωθεί με αναδρομική καταβολή των αποδοχών που περιεκόπησαν, βάσει των αντισυνταγματικών αυτών διατάξεων, όχι μόνο στους προσφεύγοντες (για το χρονικό διάστημα από την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων και εντεύθεν), αλλά και σε ιδιαιτέρως ευρύ κύκλο προσώπων που αφορά η παρούσα πρότυπη δίκη (....). Εν όψει των δεδομένων τούτων, το Δικαστήριο, μετά στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, αναφερομένου στην οξυμμένη δημοσιονομική κρίση και στην κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού Κράτους, ορίζει ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων θα επέλθουν μετά τη δημοσίευση της αποφάσεώς του επί της κρινόμενης προσφυγής. Οίκοθεν νοείται ότι για τους τέσσερις πρώτους εκ των προσφευγόντων και όσους άλλους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα μέχρι το χρόνο δημοσιεύσεως της αποφάσεως, η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αξιώσεων άλλων ιατρών του Ε.Σ.Υ. που αφορούν περικοπείσες, βάσει των εν λόγω διατάξεων, αποδοχές τους, ή για τη θεμελίωση αιτημάτων επιστροφής των περικοπεισών αυτών αποδοχών, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως της εκδοθησόμενης επί της κρινόμενης προσφυγής αποφάσεως.» Σκέψη 20.
γ. Και κατέληξε στο εξής διατακτικό:
«Δέχεται τις παρεμβάσεις,
Επιλύει το παραπεμφθέν γενικότερης φύσεως θέμα,
Απορρίπτει την προσφυγή καθ’ ο μέρος ασκείται από το σωματείο «Ένωσις Ιατρικών Νοσοκομείων Αθηνών – Πειραιώς,
Εκδικάζει και δέχεται την προσφυγή κατά τα λοιπά,
Ακυρώνει τις από 25.09.2014 μισθοδοτικές καταστάσεις («βεβαιώσεις αποδοχών») των τεσσάρων πρώτων προσφευγόντων,
Ορίζει ως χρονικό σημείο επελεύσεως των αποτελεσμάτων της διαγνωσθείσης αντισυνταγματικότητος της περιπτώσεως 17 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 τον χρόνο δημοσιεύσεως της παρούσης αποφάσεως».
Σημείωση: Η «Ο.Ε.Ν.Γ.Ε.» άσκησε πρόσθετη παρέμβαση υπέρ των προσφευγόντων, την οποία και η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε νόμιμη και παραδεκτή.

Γ) 1. Όλοι εμείς, οι υπό Α1. δεν ασκήσαμε αγωγή ή προσφυγή. Ο λόγος ήταν η λύση να δοθεί με την διαδικασία της πρότυπης δίκης κι’ έτσι να μην επιβαρυνθεί η λειτουργία των δικαστηρίων με την άσκηση εκατοντάδων, αν όχι χιλιάδων αγωγών και ο καθένας μας οικονομικά. Ο λόγος αυτός υπαγορεύτηκε από την αρχή της εμπιστοσύνης, που φαίνεται ότι είναι ζητούμενο. Πιστεύαμε ότι η θετική υπέρ των ιατρών κλάδου Ε.Σ.Υ κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας θα έλυε και για μας το πρόβλημα. Η διοίκηση θα εφάρμοζε και για εμάς την απόφαση. Πιστεύαμε, ακόμη, ότι δεν θα είχαμε εξαιρεθεί από την αναδρομική ισχύ της απόφασης του ΣτΕ. Δυστυχώς, η διοίκηση δεν συμμορφώθηκε με την απόφαση 431/2018 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και ως προς την εφαρμογή της από το χρόνο δημοσίευσής της. Συνεχίζει να μας καταβάλει μειωμένες αποδοχές σε σχέση μ’ εκείνες που λαμβάναμε μέχρι τον Ιούνιο του 2012, οι οποίες μειώθηκαν με την εφαρμογή των διατάξεων, που κρίθηκαν αντισυνταγματικές.
2. Όλοι εμείς, οι υπό Α2. ασκήσαμε αγωγή πριν από τη δημοσίευση της 431/2018 απόφασης της Ολ. ΣτΕ. Δυστυχώς, παρ’ όλη την αναδρομικότητά της η διοίκηση δεν συμμορφώθηκε με την απόφαση, ούτε βέβαια για τον μετά τη δημοσίευση της χρόνο.

Δ) 1. Το ζήτημα συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις επιβάλλεται από το άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος και ρυθμίζεται από τον εκτελεστικό νόμο 3068/2002. Συγκεκριμένα:
α. Το άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος ορίζει:
"Η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της διοίκησης."
β. Το άρθρο 1 του Ν. 3068/2002 ορίζει ότι το Δημόσιο, οι ΟΤΑ και τα λοιπά ΝΠΔΔ «έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται, χωρίς καθυστέρηση προς τις δικαστικές αποφάσεις και να προβαίνουν σε όλες τις ενέργειες, που επιβάλλονται για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής και για την εκτέλεση των αποφάσεων». Η αρμοδιότητα για τη λήψη των προβλεπομένων στο άρθρο 3  μέτρων, για τη συμμόρφωση στις δικαστικές αποφάσεις, ορίζει το άρθρο 2 παρ. 1β, ανατίθεται σε τριμελές συμβούλιο. Στην περίπτωση της 431/2018 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ είναι το Συμβούλιο Επικρατείας. Το αρμόδιο τριμελές συμβούλιο ενεργοποιείται ύστερα από αίτηση «του ενδιαφερομένου» κι’ αν διαπιστώσει παράλειψη ή άρνηση συμμόρφωσης ή πλημμελή συμμόρφωση σ’ εκείνα που κρίθηκαν με την απόφαση, πράττει εκείνα, που ορίζονται (άρθρο 3).

Ε) 1. Ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου (άρθρο 3 παρ. 1 του Ν. 3068/2002) ενεργοποιείται το αρμόδιο τριμελές συμβούλιο. Αναμφίβολα, ενδιαφερόμενοι είμαστε εμείς, οι υπό Α1. και Α2., αφού μας καταλαμβάνει η 431/2018 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ. Καταλαμβάνει, συγκεκριμένα, όλους εκείνους που δεν είχαν προηγουμένως προσφύγει στο δικαστήριο από τη δημοσίευση της απόφασης και όλους εκείνους που είχαν προσφύγει στο δικαστήριο, αναδρομικά. Είμαστε, επομένως, ενδιαφερόμενοι, παρ’ όλο που δεν μετείχαμε ως διάδικοι στη δίκη, που κατέληξε στην έκδοση της 431/2018 απόφασης της Ολ. ΣτΕ. Η διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 95 του Συντάγματος, χωρίς καμία διάκριση, επιβάλλει στη διοίκηση την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις αποφάσεις του ΣτΕ. Έχει ήδη νομολογηθεί ότι ενδιαφερόμενος για την δρομολόγηση της διαδικασίας ελέγχου της διοίκησης ως προς τη συμμόρφωση της σε δικαστική απόφαση είναι και μη διάδικος. Δέχθηκε, συγκεκριμένα, το Τριμελές Συμβούλιο του ΣτΕ με το 12/2005 πρακτικό του ότι:
«Περαιτέρω, κατά τη γνώμη που επικράτησε στο Συμβούλιο, τόσο από το γράμμα όσο και από την έννοια των διατάξεων του αρθρ. 3 παρ. 1 και 3 του Ν. 3068/2002, συνάγεται ότι η αίτηση πρί μη συμμόρφωσης της Διοικήσεως προς Δικαστική απόφαση μπορεί να υποβάλει όχο μόνον εκείνος που διετέλεσε διάδικος στη σχετική δίκη, αλλά και κάθε ενδιαφερόμενος, δηλ. κάθε πρόσωπο που έχει εύλογο ενδιαφέρον για τη συμμόρφωση της Διοικήσεως προς την απόφαση αυτή. Τούτο διότι η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων επιβάλλεται από το δημόσιο συμφέρον και δεν μπορεί να επαφίεται, μόνο, στην επιμέλεια του νικήσαντος διαδίκου. Η αντίθετη άλλωστε άποψη άγει σε αδιέξοδο στην περίπτωση όπου η προς εκτέλεση δικαστική απόφαση αφορά ευρύ κύκλο προσώπων ή η υπόθεση γενικότερης σημασίας (...)» 
2. Αμφίβολα, και η ΟΕΝΓΕ (η υπό Β1. και η υπό Β2. ενώσεις νομιμοποιούμαστε να υποβάλουμε το σχετικό αίτημα για συμμόρφωση της διοίκησης στην 431/2018 απόφαση της Ολ. ΣτΕ. Η πρώτη είμαι η δευτεροβάθμια οργάνωση των ιατρών ΕΣΥ και μέλος μου είναι, μεταξύ άλλων, και η υπό Β2. Η δεύτερη είμαι η πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση και μέλη μου είναι οι υπό Α1. και Α2. Σύμφωνα, δε, με το άρθρο 4 του Ν. 1264/1982 σκοπός μας είναι (…)
η διαφύλαξη και προαγωγή των εργασιακών, οικονομικών, ασφαλιστικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών συμφερόντων των εργαζομένων. (…)
Το ίδιο ορίζει και το καταστατικό μας:
i. της υπό Β1.
α) Η συνένωση Των νοσοκομειακών γιατρών σε ενωτικές, μαζικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και μέσω αυτών σε ενιαία πανελλαδική ομοσπονδία για την προαγωγή και διαφύλαξη των εργασιακών, οικονομικών, ασφαλιστικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών συμφερόντων τους.
β) Η προβολή των προβλημάτων και αιτημάτων των νοσοκομειακών γιατρών, ο συντονισμός στη διεξαγωγή των διεκδικητικών αγώνων και η περιφρούρηση των καταχτήσεων τους.
γ) Η βελτίωση - καλυτέρευση των συνθηκών και γενικά των όρων εργασίας των νοσοκομειακών γιατρών, για την εξάλειψη των κινδύνων που απειλούν την υγεία τους, που υποβαθμίζουν την επιστημονική - επαγγελματική τους κατάσταση.
δ) Η συνεργασία της Ομοσπονδίας με τις άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις του χώρου της υγείας και γενικότερα των εργαζομένων της χώρας, για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, αλλά και των συνδικαλιστικών και δημοκρατικών ελευθεριών, της εθνικής ανεξαρτησίας, της κοινωνικής απελευθέρωσης, με σκοπό τη κατάκτηση της κοινωνικής δικαιοσύνης.
ε) Η αποκάλυψη και καταγγελία κάθε τυχόν υπεύθυνου οικονομικών ή άλλων ατασθαλιών, για την προάσπιση των συμφερόντων των γιατρών και γενικότερα Του Ελληνικού Λαού.
στ) Ο συντονισμός με τον αγώνα των εργαζομένων γενικά, για τον εκδημοκρατισμό της δημόσιας διοίκησης και την ουσιαστική συμμετοχή στα Κέντρα λήψης αποφάσεων.
ζ) Η ουσιαστική συμβολή στον αγώνα για την εξάλειψη της εμπορευματοποίησης της υγείας, για τη λειτουργία ενός εθνικού συστήματος υγείας που θα λύνει υπέρ του λαού το ζήτημα.
η) Η παρέμβαση με προτάσεις και κριτική πάνω στην πολιτική υγείας - πρόνοιας που κάθε φορά θα εφαρμόζεται.
θ) Η ανάπτυξη επιστημονικής και πολιτιστικής δραστηριότητας με κάθε πρόσφορο τρόπο και μέσο. (άρθρο 2).
Σημειώνεται ότι η ΟΕΝΓΕ υπήρξα διάδικος στη δίκη που κατέληξε στην έκδοση της 431/2018 απόφασης της Ολ. ΣτΕ.
ii. της υπό Β2: (αντιγραφή του σχετικού άρθρου της ΕΝΩΣΗΣ)
(…)

ΣΤ) 1. Γεννάται το θέμα τι υποχρεώνεται η διοίκηση να πράξει. Πώς, δηλαδή, θα συμμορφωθεί με την 431/2018 απόφαση της Ολ. ΣτΕ, με δεδομένο ότι δεν πρόκειται για καταψηφιστική απόφαση και ότι από 01.01.2017 ισχύει το νέο μισθολόγιο των ιατρών Ε.Σ.Υ. (Ν. 4472/2012). Σχετικά με το ζήτημα αυτό επισημαίνουμε τα εξής:
α) Η διοίκηση, σε συμμόρφωση με την 431/2018 απόφαση της Ολ. ΣτΕ, οφείλει να εκκαθαρίσει τις αποδοχές των ιατρών κλάδου Ε.Σ.Υ με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος του Ν. 4093/2012. Κι’ αν αυτές είναι μειωμένες σε σχέση με εκείνες που καταβάλλονται, πληρώνεται η διαφορά. Αυτό οφείλει να πράξει η διοίκηση του νοσοκομείου, στο οποίο υπηρετούμε ως ιατροί ΕΣΥ κι’ έτσι να συμμορφωθεί με την απόφαση της Ολ. ΣτΕ.
β) Δεν αναιρείται το πιο πάνω από το γεγονός ότι από 01.01.2017 ισχύει το νέο μισθολόγιο των ιατρών Ε.Σ.Υ. Δεν αναιρείται, διότι η Ολομέλεια του ΣτΕ γνώριζε την ψήφιση και ισχύ του πριν την έκδοση της 431/2018 απόφασής της. Αν και το γνώριζε, έκρινε ότι για τους ιατρούς, που δεν είχαν προσφύγει προηγουμένως στο δικαστήριο, εφαρμόζεται η 431/2018 απόφασή της από 26-02-2018 (χρόνος δημοσίευσης). Αυτό σημαίνει ότι έκρινε πως οι αποδοχές των ιατρών Ε.Σ.Υ δεν μπορεί να είναι μικρότερες από εκείνες που καταβάλονταν πριν από την ισχύ του Ν. 4093/2012. Κατά συνέπεια, η διοίκηση, για να συμμορφωθεί με την 431/2018 απόφαση της Ολομέλειας ΣτΕ, οφείλει να πράξει εκείνο που αναφέρθηκε. Οφείλει, δηλαδή, να εκκαθαρίσει τις αποδοχές μας με βάση τη νομοθεσία που ίσχυε μέχρι την εφαρμογή του Ν. 4093/2012, να τις συγκρίνει με εκείνες, που καταβάλλονται σ’ εφαρμογή του Ν. 4472/2017 και στην περίπτωση που αυτές υπολείπονται, να πληρώσει τη διαφορά από 01.03.2018 και μετά, μέχρι που με νεώτερο νόμο θα καθοριστούν υψηλότερες αποδοχές. Έκρινε, έμμεσα, δηλαδή, η Ολ. ΣτΕ, με την 431/2018 απόφασή της, ότι οι διατάξεις των άρθρων 137,138, 139 και 140 του Ν. 4472/2017 είναι αντισυνταγματικές. Συνάγεται αυτό από την ίδια την απόφαση, με την οποία ορίστηκε να ισχύσει, για τους ιατρούς που δεν είχαν προσφύγει προηγουμένως σε δικαστήριο, από τη δημοσίευσή της. Το ίδιο ισχύει και για τους ιατρούς, που είχαν προσφύγει προηγουμένως στο δικαστήριο, των οποίων οι αποδοχές πρέπει να συνεχίσουν να είναι τουλάχιστον ίσες με εκείνες, που είχαν πριν την ισχύ του Ν. 4093/2012.
2. Από το συνδυασμό των άρθρων 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 3 παρ. 1 του Ν. 3068/2002 συνάγεται ότι η διοίκηση υποχρεώνεται, σε συμμόρφωση με ακυρωτική απόφαση, να θεωρήσει ότι είναι ανίσχυρη και δεν υφίσταται στο νομικό κόσμο η νομοθετική πράξη, που κρίθηκε αντισυνταγματική. Όχι μόνο αυτό. Οφείλει να προβεί σε θετικές ενέργειες για την αναμόρφωση της νομικής κατάστασης που προέκυψε άμεσα ή έμμεσα από τις πράξεις της, ανακαλώντας ή τροποποιώντας τις σχετικές πράξεις, που εκδόθηκαν ή εκδίδοντας άλλες, με αναδρομική ισχύ, για ν’ αποκαταστήσει τα πράγματα στη θέση που βρίσκονταν, αν από την αρχή δεν είχε ισχύσει η αντίθεση με την συνταγματική τάξη διάταξη. Η διοίκηση, δηλαδή, μετά την δημοσίευση της ακυρωτικής απόφασης, έχει την υποχρέωση να θεωρήσει ότι ισχύουν οι πριν το Ν. 4093/2012 μισθολογικές διατάξεις και να καταβάλει στους ιατρούς ΕΣΥ τις αποδοχές που δικαιούνται με βάση τις τελευταίες αυτές διατάξεις. Ο νομοθέτης, βέβαια, έχει την ευχέρεια να προβεί στην κατάρτιση νέου μισθολογίου για τους ιατρούς ΕΣΥ με βάση τα κριτήρια που τέθηκαν με την 431/2018 απόφαση της Ολ. ΣτΕ. Αυτό σημαίνει ότι το όποιο νέο μισθολόγιο δεν μπορεί να καθορίζει αποδοχές σ’ επίπεδα κατώτερα εκείνων που ίσχυαν πριν την ψήφιση των αντισυνταγματικών διατάξεων του Ν. 4093/2012.
3. Ο Ν. 4472/2017, με το Κεφάλαιο Ε’ του Μέρους ΣΤ καθόρισε τις αποδοχές των ιατρών κλάδου ΕΣΥ. Όμως, οι σχετικές διατάξεις δε συνιστούν συμμόρφωση με την 431/2018 της Ολ. ΣτΕ. Συνεχίζουν και με αυτές (τις διατάξεις του Ν. 4472/2017) οι αποδοχές των ιατρών κλάδου ΕΣΥ να είναι χαμηλότερες από εκείνες που καταβάλονταν μέχρι τον Ιούλιο του 2012, μέχρι, δηλαδή, την εφαρμογή των αντισυνταγματικών διατάξεων του Ν. 4093/2012. Συγκεκριμένα:
˜ Οι αποδοχές των ιατρών ΕΣΥ τον Ιούλιο του 2012, πριν, δηλαδή, τη μείωση τους με τις αντισυνταγματικές διατάξεις της περίπτωσης 27 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 ήταν:
α. Ο βασικός μισθός του Συντονιστή Διευθυντή 2.055,00 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 291,46 € συν πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης 274,45 €, συν επίδομα θέσης – ευθύνης 190,26 €, σύνολο 2.811,19 €.
β. Ο βασικός μισθός του Διευθυντή 2.054,00 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 291,48,00 € συν πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης 274,45 €, σύνολο 2.619,93 €.
γ. Ο βασικός μισθός του Επιμελητή Α’ 1.759,00 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 251,94 € συν πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης 237,21 €, σύνολο 2.248,15 €.
δ. Ο βασικός μισθός του Επιμελητή Β’ 1.468,00 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 211,79 € συν πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης 199,97 €, σύνολο 1.879,76 €.
˜ Οι αποδοχές των ιατρών ΕΣΥ, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης 27 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012, οι οποίες κρίθηκαν αντισυνταγματικές, ήταν:
α. Ο βασικός μισθός του Συντονιστή Διευθυντή 1.665,00 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 238,00 € συν πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης 225,00 €, συν επίδομα θέσης – ευθύνης 156,00 €, σύνολο 2.284,00 €.
β. Ο βασικός μισθός του Διευθυντή 1.580,00 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 238,00 € συν πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης 225,00 €, σύνολο 2.043,00 €.
γ. Ο βασικός μισθός του Επιμελητή Α’ 1.513,00 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 205,00 € συν πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης 195,00 €, σύνολο 1.913,00 €.
δ. Ο βασικός μισθός του Επιμελητή Β’ 1.321,00 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 174,00 € συν πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης 164,00 €, σύνολο 1.659,00 €.
˜ Οι αποδοχές μας, με βάση το Ν. 4472/2017 διαμορφώθηκαν ως εξής:
α) του Συντονιστή Δ/ντή μισθός του Μ.Κ 1 στο ποσό των 1.903,00 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 340,00 €, σύνολο 2.243,00 €.
β) του Διευθυντή στο 95% του Συντονιστή Διευθυντή, δηλαδή, 1.807,35 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 340,00 €, σύνολο 2.147,35 €.
γ) του Επιμελητή Α’ στο 90% του Συντονιστή Διευθυντή, δηλαδή 1.712,70 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 295,00 €, σύνολο 2.007,70 €.
δ) του Επιμελητή Β’ στο 78% του Συντονιστή Διευθυντή δηλαδή, 1.484,34 € συν επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης 174,00 € σύνολο 1.764,34 €.
˜ Αποτυπώνονται τα πιο πάνω στον παρακάτω πίνακα:
(α) Σύνολο αποδοχών μέχρι τον Ιούλιο 2012:
i. Συντονιστή Διευθυντή                  2.811,19 €
ii. Διευθυντή                                      2.619,93 €
iii. Επιμελητή Α’                                2.248,15 €
iv. Επιμελητή Β’                                1.879,76 €
 (β) Σύνολο αποδοχών με το Ν. 4093/2012:
i. Συντονιστή Διευθυντή                  2.284,00 €
ii. Διευθυντή                                      2.043,00 €
iii. Επιμελητή Α’                                1.913,00 €
iv. Επιμελητή Β’                                1.659,00 €
 (γ) Σύνολο αποδοχών με το Ν. 4472/2017:
i. Συντονιστή Διευθυντή                  2.343,00 €
ii. Διευθυντή                                      2.147,85 €
iii. Επιμελητή Α’                                2.007,70 €
iv. Επιμελητή Β’                                1.764,34 €

4. Η διοίκηση, τα νοσοκομεία, δηλαδή, οφείλουν, για να συμμορφωθούν πλήρως με την 431/2018 απόφαση της Ολ. ΣτΕ, να εκκαθαρίσουν τις αποδοχές μας με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν μέχρι την έναρξη εφαρμογής εκείνων του Ν. 4093/2012, που κρίθηκαν αντισυνταγματικές. Στη συνέχεια να τις συγκρίνουν μ’ εκείνες που στο ίδιο χρονικό διάστημα καταβλήθηκαν και να πληρώσουν την διαφορά. Δεν το έπραξαν αυτό, παρ’ όλη την πάροδο 18,5 μηνών από την έκδοση της 431/2018 απόφασης της Ολ. ΣτΕ. Το ίδιο οφείλουν να πράξουν και μετά την ψήφιση του Ν. 4472/2017, αφού και η εφαρμογή των σχετικών διατάξεών του, που καθορίζουν το μισθολόγιο των ιατρών ΕΣΥ, δεν αποκατέστησε τη νομιμότητα. Οι αποδοχές μας υπολείπονται εκείνων, που λαμβάναμε με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την ψήφιση του Ν. 4093/2012. Παρέκκλιση από αυτό δεν συγχωρείται και οπωσδήποτε δεν δικαιολογείται η μη συμμόρφωση με τον ισχυρισμό ότι δεν κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι διατάξεις του Ν. 4472/2017. Δεν συγχωρείται και οπωσδήποτε δεν δικαιολογείται η μη συμμόρφωση με τον ισχυρισμό ότι δεν κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι διατάξεις του Ν. 4472/2017, με τις οποίες καθορίστηκε νέο μισθολόγιο των ιατρών ΕΣΥ. Δε συγχωρείται πρωτίστως, επειδή με την 431/2018 απόφαση της Ολ. ΣτΕ, η οποία εκδόθηκε μετά την ψήφιση του Ν. 4472/2017, ορίστηκε ότι εφαρμόζεται από τη δημοσίευση της για τους ιατρούς, που δεν είχαν προσφύγει στο δικαστήριο, αλλά και για εκείνους που είχαν προσφύγει. Το αντίθετο καθιστά το σχετικό μέρος του διατακτικού της 431/2018 απόφασης της Ολ. ΣτΕ χωρίς αντίκρισμα. Αποκλείουμε η Ολ. ΣτΕ να διαλάβει στην απόφασή της κάτι, το οποίο θα είναι απλά λόγος παρηγορίας (;).

Ζ) Κι’ ένα τελευταίο. Η εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 11 του Ν. 4575/2018 (ΦΕΚ Α 192) δεν αίρει την υποχρέωση της διοίκησης να συμμορφωθεί με την 431/2018 απόφαση της Ολ. ΣτΕ. Και τούτο διότι αφορά το διάστημα 11ος/2014 έως και 31/12/2016. Δεν πρόκειται για πλήρη συμμόρφωση όσον αφορά τις αποδοχές των ιατρών που είχαν προσφύγει στο δικαστήριο πριν την έκδοση της Ολ. ΣτΕ 431/2018 – υπολείπονται οι μήνες από 01.08.2012 έως και 10ος/2014. Δεν πρόκειται για πλήρη συμμόρφωση, διότι δεν εφαρμόστηκε η απόφαση και για τον μεταγενέστερο χρόνο. Δηλαδή, δεν εκκαθαρίστηκαν οι αποδοχές και για τον μετά χρόνο, μέχρι και σήμερα, με τις διατάξεις που ίσχυαν έως την ψήφιση του Ν. 4093/2012 και οι οποίες ήταν και είναι μειωμένες κι’ έτσι, για την πλήρη συμμόρφωση με την 431/2018 απόφαση επιβάλλεται να καταβληθεί η διαφορά.

Σημείωση: Ζητούμε να επιτραπεί η ακρόαση του πληρεξουσίου δικηγόρου μας και παρακαλούμε να κληθεί.

Η) Μετά από όλα αυτά
ΖΗΤΟΥΜΕ
Την παραδοχή της αίτησής μας
Την λήψη των προβλεπομένων στο άρθρο 3 του Ν. 3068/2002 μέτρων για τη συμμόρφωση της Διοίκησης προς την 431/2018 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Να κληθεί ν’ ακουστεί ο πληρεξούσιος δικηγόρος μας Ιορδάνης Α. Προυσανίδης, δικηγόρος Αθηνών, με ΑΜ ΔΣΑ 4947, (οδός Πανεπιστημίου αρ. 59 & Εμμ. Μπενάκη αρ. 5) τηλ. 2103214637 – 2103254247, fax: 2103217465, ηλεκτρονική διεύθυνση: prousanidis.i@dsa.gr.

Αθήνα ……………………….. 2019
Οι αιτούντες
α/α
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος




Δεν υπάρχουν σχόλια: