Η πρώτη δεξαµενή αφορά το προσωπικό που θα προέλθει από την κατάργηση των οργανικών θέσεων των υπηρεσιών του ∆ηµοσίου, των ΝΠ∆∆ και των ΟΤΑ, µε εξαίρεση τους τοµείς της δηµόσιας υγείας, της ανώτατης εκπαίδευσης και της δηµόσιας ασφάλειας. Το προσωπικό αυτό τίθεται σε προσυνταξιοδοτική διαθεσιµότητα µε ταυτόχρονη κατάργηση των οργανικών τους θέσεων, µε την προϋπόθεση ότι στις 31 ∆εκεµβρίου 2013 έχουν «σωρευτικά συµπληρώσει τουλάχιστον το 55ο έτος της ηλικίας τους και 35 έτη πραγµατικής και συντάξιµης υπηρεσίας». Παράλληλα, συνταξιοδοτούνται υποχρεωτικά και οι εργαζόµενοι που παρέµεναν στο ∆ηµόσιο παρ’ ότι είχαν συµπληρώσει τα συντάξιµα χρόνια.
Η δεύτερη δεξαµενή αποτελείται από τους εργαζοµένους µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στο ∆ηµόσιο, στους ΟΤΑ και στα Νοµικά Πρόσωπα ∆ηµοσίου ή Ιδιωτικού ∆ικαίου που εντάσσονται στον ευρύτερο δηµόσιο τοµέα. Κριτήριο και σε αυτή την περίπτωση είναι η εγγύτητα στη θεµελίωση δικαιώµατος εξόδου σε πλήρη σύνταξη. Στην εφεδρεία, δηλαδή, εντάσσονται οι υπάλληλοι που συµπληρώνουν 35 χρόνια ασφάλισης στις 31 ∆εκεµβρίου 2013. Στόχος της κυβέρνησης είναι από τις δύο αυτές «δεξαµενές» να ενταχθούν σε καθεστώς εφεδρείας 18.000-20.000 εργαζόµενοι.
Την τρίτη δεξαµενή της εφεδρείας αποτελούν οι εργαζόµενοι µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στους φορείς του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα που καταργούνται και µέρος των εργαζοµένων των κατηγοριών ΥΕ και ∆Ε των φορέων που απορροφώνται, συγχωνεύονται ή περιορίζονται. Ο αριθµός των εργαζοµένων των κατηγοριών ΥΕ και ∆Ε που θα τεθούν σε εφεδρεία θα είναι ίσος µε τον αριθµό των εργαζοµένων που µετακινήθηκαν µε βάση τον «νόµο Πάγκαλου». Η απόφαση για την ένταξη στην εφεδρεία αυτής της κατηγορίας του προσωπικού λαµβάνεται από τις διοικήσεις των φορέων. Για το προσωπικό αυτής της κατηγορίας η χρονική διάρκεια της εφεδρείας δεν υπερβαίνει τους 12 µήνες. Η επιλογή του προσωπικού θα γίνει µε βάση αντικειµενικά κριτήρια και υπό την εποπτεία του ΑΣΕΠ. Από τη δεξαµενή αυτή εκτιµάται ότι θα τεθούν σε καθεστώς εφεδρείας περίπου 1.000 εργαζόµενοι.
Η τέταρτη δεξαµενή έχει σχέση µε τη διαδικασία εντοπισµού υπηρεσιακών µονάδων φορέων της κεντρικής κυβέρνησης που δεν έχουν λόγο ύπαρξης ή διαθέτουν πολύ µεγάλο πλεονάζον προσωπικό. Το νοµοσχέδιο προβλέπει ότι το προσωπικό που υπηρετεί στις υπό κατάργηση υπηρεσιακές µονάδες ή πλεονάζει είτε θα αποδεχθεί τη µετάθεσή του σε άλλες υπηρεσίες είτε θα ενταχθεί σε καθεστώς εφεδρείας λόγω της κατάργησης της οργανικής του θέσης.
Η πέµπτη δεξαµενή της εφεδρείας θα προκύψει από την αναδιάρθρωση ΝΠΙ∆ και ΝΠ∆∆ που καταργούνται ή συγχωνεύονται. Ειδικά ως προς την αξιολόγηση του προσωπικού η διαδικασία τελεί υπό την εποπτεία του ΑΣΕΠ. Το πλεονάζον προσωπικό που δεν θα είναι δυνατόν να απορροφηθεί παραγωγικά σε άλλες θέσεις στον δηµόσιο τοµέα, θα ενταχθεί σε καθεστώς εφεδρείας και σε προγράµµατα επανακατάρτισης και εναλλακτικής κοινωνικής απασχόλησης. Από την αναδιάρθρωση των φορέων του ∆ηµοσίου και την κατάργηση ή συγχώνευση των ΝΠ∆∆ και των ΝΠΙ∆ εκτιµάται ότι µπορεί να συγκεντρωθεί αριθµός περίπου 6.000-
7.000 εργαζοµένων.
Στους υπαλλήλους που τίθενται σε καθεστώς εφεδρείας καταβάλλεται αποκλειστικά το 60% του βασικού µισθού που ελάµβαναν κατά τον χρόνο εισόδου σε προσυνταξιοδοτική διαθεσιµότητα, «χωρίς την καταβολή οποιωνδήποτε άλλων πρόσθετων αµοιβών, αποδοχώνκαι επιδοµάτων». Ο χρόνος της εφεδρείας, κατά τα άλλα, λογίζεται ως συντάξιµος.
Με τις ρυθµίσεις για την εργασιακή εφεδρεία, όπως αναφέρεται ρητώς στην αιτιολογική έκθεση, «δεν απαιτείται (για τη συντριπτική πλειονότητα) καταβολή αποζηµίωσης απόλυσης που δηµοσιονοµικά θα ήταν ιδιαίτερα δυσµενής» . Η ένταξη στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας λογίζεται ως προαναγγελία απόλυσης για κάθε έννοµη συνέπεια και οι αποδοχές που καταβάλλονται στο προσωπικό (για 12 ή 24 µήνες το 60% του µισθού) συµψηφίζονται µε την αποζηµίωση.
Η δεύτερη δεξαµενή αποτελείται από τους εργαζοµένους µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στο ∆ηµόσιο, στους ΟΤΑ και στα Νοµικά Πρόσωπα ∆ηµοσίου ή Ιδιωτικού ∆ικαίου που εντάσσονται στον ευρύτερο δηµόσιο τοµέα. Κριτήριο και σε αυτή την περίπτωση είναι η εγγύτητα στη θεµελίωση δικαιώµατος εξόδου σε πλήρη σύνταξη. Στην εφεδρεία, δηλαδή, εντάσσονται οι υπάλληλοι που συµπληρώνουν 35 χρόνια ασφάλισης στις 31 ∆εκεµβρίου 2013. Στόχος της κυβέρνησης είναι από τις δύο αυτές «δεξαµενές» να ενταχθούν σε καθεστώς εφεδρείας 18.000-20.000 εργαζόµενοι.
Την τρίτη δεξαµενή της εφεδρείας αποτελούν οι εργαζόµενοι µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στους φορείς του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα που καταργούνται και µέρος των εργαζοµένων των κατηγοριών ΥΕ και ∆Ε των φορέων που απορροφώνται, συγχωνεύονται ή περιορίζονται. Ο αριθµός των εργαζοµένων των κατηγοριών ΥΕ και ∆Ε που θα τεθούν σε εφεδρεία θα είναι ίσος µε τον αριθµό των εργαζοµένων που µετακινήθηκαν µε βάση τον «νόµο Πάγκαλου». Η απόφαση για την ένταξη στην εφεδρεία αυτής της κατηγορίας του προσωπικού λαµβάνεται από τις διοικήσεις των φορέων. Για το προσωπικό αυτής της κατηγορίας η χρονική διάρκεια της εφεδρείας δεν υπερβαίνει τους 12 µήνες. Η επιλογή του προσωπικού θα γίνει µε βάση αντικειµενικά κριτήρια και υπό την εποπτεία του ΑΣΕΠ. Από τη δεξαµενή αυτή εκτιµάται ότι θα τεθούν σε καθεστώς εφεδρείας περίπου 1.000 εργαζόµενοι.
Η τέταρτη δεξαµενή έχει σχέση µε τη διαδικασία εντοπισµού υπηρεσιακών µονάδων φορέων της κεντρικής κυβέρνησης που δεν έχουν λόγο ύπαρξης ή διαθέτουν πολύ µεγάλο πλεονάζον προσωπικό. Το νοµοσχέδιο προβλέπει ότι το προσωπικό που υπηρετεί στις υπό κατάργηση υπηρεσιακές µονάδες ή πλεονάζει είτε θα αποδεχθεί τη µετάθεσή του σε άλλες υπηρεσίες είτε θα ενταχθεί σε καθεστώς εφεδρείας λόγω της κατάργησης της οργανικής του θέσης.
Η πέµπτη δεξαµενή της εφεδρείας θα προκύψει από την αναδιάρθρωση ΝΠΙ∆ και ΝΠ∆∆ που καταργούνται ή συγχωνεύονται. Ειδικά ως προς την αξιολόγηση του προσωπικού η διαδικασία τελεί υπό την εποπτεία του ΑΣΕΠ. Το πλεονάζον προσωπικό που δεν θα είναι δυνατόν να απορροφηθεί παραγωγικά σε άλλες θέσεις στον δηµόσιο τοµέα, θα ενταχθεί σε καθεστώς εφεδρείας και σε προγράµµατα επανακατάρτισης και εναλλακτικής κοινωνικής απασχόλησης. Από την αναδιάρθρωση των φορέων του ∆ηµοσίου και την κατάργηση ή συγχώνευση των ΝΠ∆∆ και των ΝΠΙ∆ εκτιµάται ότι µπορεί να συγκεντρωθεί αριθµός περίπου 6.000-
7.000 εργαζοµένων.
Στους υπαλλήλους που τίθενται σε καθεστώς εφεδρείας καταβάλλεται αποκλειστικά το 60% του βασικού µισθού που ελάµβαναν κατά τον χρόνο εισόδου σε προσυνταξιοδοτική διαθεσιµότητα, «χωρίς την καταβολή οποιωνδήποτε άλλων πρόσθετων αµοιβών, αποδοχώνκαι επιδοµάτων». Ο χρόνος της εφεδρείας, κατά τα άλλα, λογίζεται ως συντάξιµος.
Με τις ρυθµίσεις για την εργασιακή εφεδρεία, όπως αναφέρεται ρητώς στην αιτιολογική έκθεση, «δεν απαιτείται (για τη συντριπτική πλειονότητα) καταβολή αποζηµίωσης απόλυσης που δηµοσιονοµικά θα ήταν ιδιαίτερα δυσµενής» . Η ένταξη στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας λογίζεται ως προαναγγελία απόλυσης για κάθε έννοµη συνέπεια και οι αποδοχές που καταβάλλονται στο προσωπικό (για 12 ή 24 µήνες το 60% του µισθού) συµψηφίζονται µε την αποζηµίωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου