[1] Μερκαντιλισμός
(εμποροκρατία): Ήταν η πολιτική της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης του
κεφαλαίου (15ος-18ος αιώνας) και εξέφραζε τα συμφέροντα του εμπορικού
κεφαλαίου. Κύρια χαρακτηριστικά: συσσώρευση χρυσού, απαγόρευση εξαγωγής
χρήματος εκτός της χώρας, στόχος οι εξαγωγές να είναι περισσότερες από τις
εισαγωγές. Στα μέσα του 17ου αιώνα ξεκινάει η αποσύνθεση του μερκαντιλισμού.
[2] Φιλελευθερισμός:
Αντικατέστησε την πολιτική του Μερκαντιλισμού κι εξέφραζε την ανερχόμενη αστική
τάξη που έπαιρνε τη θέση των φεουδαρχών στο ιστορικό προσκήνιο. Βασικό δόγμα
υπήρξε το laissez faire (σε ελεύθερη μετάφραση καταργήστε τους
προστατευτισμούς, δηλαδή τον κρατικό παρεμβατισμό). Κατά το Φιλελευθερισμό το
προσωπικό συμφέρον είναι η μόνη κινητήρια δύναμη της οικονομίας και ως εκ
τούτου τα άτομα πρέπει να αφεθούν ελεύθερα προκειμένου να δράσουν στο επίπεδο
της οικονομίας κατά το δοκούν. Σύμφωνα
με τον Άνταμ Σμιθ ο κρατικός παρεμβατισμός είναι επικίνδυνος π.χ. οι δασμοί δεν
πρέπει να υπάρχουν.
[3] Κεϋνσιανισμός: Η κρίση
του 1929 και ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος καθώς και οι γενικότερες πολιτικές
εξελίξεις προκαλούν τριγμούς στα θεμέλια του καπιταλισμού. Ο Άγγλος
οικονομολόγος Κέυνς αναλαμβάνει τη σωτηρία του καπιταλιστικού συστήματος. Ο
κεϋνσιανός τρόπος διαχείρισης εμφανίζεται ολοκληρωμένα μετά τη λήξη του Β’
παγκόσμιου πολέμου. Βασικά χαρακτηριστικά του ήταν: η παρέμβαση του κράτους
στην οικονομία ώστε να ρυθμίζει τις «αρρυθμίες» του συστήματος, η αύξηση του
εργατικού εισοδήματος ώστε να τονωθεί η ζήτηση, η δημιουργία διακρατικών
οργανισμών (Διεθνής Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) προκειμένου να υπάρχουν
παρεμβάσεις και ρυθμίσεις όχι μόνο σε εθνοκρατικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο,
η θέσπιση του λεγόμενου κράτους πρόνοιας. Η πολιτική που εφαρμόσθηκε την
κεϋνσιανή περίοδο δεν αντιστοιχούσε σε κάποια φιλάνθρωπη πολιτική του κεφαλαίου
αλλά ήταν αποτέλεσμα: α) της επιθυμίας του κεφαλαίου να υπερβεί κρίσεις όπως
αυτή του 1929, β) να συγκεντρώσει το κράτος κεφάλαια που μετά τον πόλεμο τα
ιδιωτικά κεφάλαια δεν είχαν τη δυνατότητα να κάνουν, γ) να εξασφαλίσει την
αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης ώστε να υπάρξει άνοδος της παραγωγικότητας,
δ) να κερδίσει την κοινωνική συναίνεση φοβούμενη ριζοσπαστικές εξελίξεις και ε)
να δώσει απάντηση στο εργατικό κίνημα και στη Σοβιετική Ένωση που ασκούσε
εντονότατη ακτινοβολία σε εκατομμύρια ανθρώπων.
[4] Νεοφιλελευθερισμός:
Μετά τον πόλεμο ο καπιταλισμός γνώρισε μια σοβαρή ανάπτυξη που διεκόπη τη
δεκαετία του 1970. Από το 1973 το
ποσοστό κέρδους (η σχέση υπεραξίας προς το μεταβλητό και το σταθερό κεφάλαιο)
σημείωσε πτωτική τάση. Οι καπιταλιστές για να αντιρροπήσουν αυτή την τάση
πρόβαλλαν νέα οικονομικά δόγματα. Υποστήριξαν την αποκατάσταση του ελεύθερου
ανταγωνισμού, τον περιορισμό του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία και εν
γένει στο δημόσιο τομέα, την ιδιωτικοποίηση οικονομικών λειτουργιών και μονάδων
που βρίσκονται στην ευθύνη του κράτους, τη μείωση των κοινωνικών παροχών, την
κατάργηση των εργατικών δικαιωμάτων, την καταπολέμηση του πληθωρισμού. Η άσκηση
της νέας διαχειριστικής πολιτικής ξεκινά μεθοδευμένα με την πολιτική της Θάτσερ
στην Αγγλία και του Ρέιγκαν στις ΗΠΑ, αλλά και του Πινοτσέτ στη Χιλή. Οι
αρνητικές εξελίξεις στις σοσιαλιστικές χώρες, η ήττα του κομμουνιστικού
κινήματος και γενικότερα η υποχώρηση των λαϊκών κινημάτων, διευκόλυναν την εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης
πολιτικής.
Τι μας διδάσκει η εμπειρία
από την εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής;
Σήμερα «κλείνουμε» πάνω
από τριάντα χρόνια άσκησης νεοφιλελεύθερης πολιτικής σε όλο τον κόσμο. Τα
αποτελέσματα είναι τα εξής: μείωση του εργατικού μισθού, αύξηση της ανεργίας,
εκτεταμένη φτώχεια, επιμήκυνση του χρόνου που απαιτείται για τη συνταξιοδότηση,
μείωση των κοινωνικών παροχών σε παιδεία, υγεία, ασφάλιση κ.λπ., περαιτέρω
αυταρχικοποίηση του κράτους, προώθηση της αντιδραστικής ιδέας του ατομικισμού,
ιδιωτικοποίηση κρατικών τομέων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου